- μουνιχιῶνα
- μουνιχιώνmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δημητριάς — I Αρχαία πόλη της Θεσσαλίας. Ιδρύθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή γύρω στο 294 π.Χ., ΒΑ της παλαιότερης πόλης Παγασαί, κοντά στη θάλασσα και απέναντι από τη σημερινή πόλη Βόλο. Για τον εντοπισμό της ακριβούς θέσης της είχαν γίνει πολλές… … Dictionary of Greek
Καρώνιος — Καρώνιος, ὁ (Α) (ενν. μήν) επιγρ. ονομασία μήνα στην Κνωσό ο οποίος αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Μουνιχιώνα … Dictionary of Greek
αμφορέας — Αγγείο με δύο λαβές (ή ώτα, γι’ αυτό ονομαζόταν και δίωτος ή δίωτος στάμνος) και σχήμα ωοειδές, λιγότερο ή περισσότερο μακρύ, από πηλό αλλά και από χαλκό, ασήμι, μάρμαρο, αλάβαστρο ή και γυαλί. Υπάρχουν α. που είναι πραγματικά έργα τέχνης. Άλλη… … Dictionary of Greek
Γεραίστιος ή Γεράστιος — Αρχαία ονομασία ενός μήνα στη Λακεδαίμονα, στην Καλαβρία και στην Τροιζήνα. Αντιστοιχούσε στον αττικό Ελαφηβολιώνα Μουνιχιώνα (Μάρτιοή Απρίλιο). Γ. επίσης ονομαζόταν ένας μήνας στην Κω, που αντιστοιχούσε με τον Αύγουστο … Dictionary of Greek
Δελφίνια — Γιορτή που διοργανωνόταν στις αρχές της άνοιξης προς τιμήν του Δελφινίου Απόλλωνα,σε όλα τα παράλια του Αιγαίου και ιδιαίτερα στην Αττική και στην Αίγινα. Η γιορτή της Αττικής διεξαγόταν την 6η ημέρα του μήνα Μουνιχιώνα (τον αντίστοιχο σημερινό… … Dictionary of Greek